ἐμμήνους

ἐμμήνους
ἔμμηνος
lasting a month
masc/fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • επαγωγέας — ο (Α ἐπαγωγεύς) νεοελλ. σύστημα που χρησιμεύει για την παραγωγή μαγνητικού πεδίου σε μηχανές παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος βλ. επάγον αρχ. 1. στρώμα πηλού πάνω σε τοίχο 2. στον πληθ. αυτοί που εισάγουν τις μηνιαίες δίκες («οἱ τάς ἐμμήνους δίκας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”